Το Θέατρο Σκιών πρωτοπαίχτηκε στην Ινδία, Ινδονησία και Κίνα, εδώ και 1200 περίπου χρόνια. Στην Τουρκία, που έφτασε κατά τον ΙΔ αιώνα, προστέθηκαν δυο νέες φιγούρες, ο Καραγκιόζης και ο Χατζηαβάτης.
Κατά την παράδοση ο Καραγκιόζης και ο Χατζηαβάτης υπήρξαν πραγματικά πρόσωπα. Διάφοροι θρύλοι αναφέρονται στην είσοδο του Καραγκιόζη και του Χατζηαβάτη στο Θέατρο Σκιών.
Κατά μια εκδοχή, ο Καραγκιόζης - που τουρκικά θα πει μαυρομάτης - και ο Χατζηαβάτης ήταν δυο φίλοι που ζούσαν στην Προύσα στα χρόνια του σουλτάνου Ορχάν (1279-1359). Όταν ο σουλτάνος αυτός έχτιζε το μεγάλο τζαμί της Προύσας, οι δύο φίλοι δούλευαν στην οικοδομή σαν χτίστες.
Ήταν όμως πολύ χωρατατζήδες, διαρκώς πειράζονταν και το αποτέλεσμα ήταν να μην εργάζονται ικανοποιητικά ούτε αυτοί, ούτε οι άλλοι γύρω τους. Οι εργασίες για το τζαμί δεν προχωρούσαν και ο σουλτάνος, θεωρώντας υπεύθυνους γι' αυτό τους δυο χωρατατζήδες, πρόσταξε και τους θανάτωσαν. Ωστόσο αργότερα μετάνιωσε και μελαγχόλησε. Τότε ο παλατιανός Πέρσης σεΐχης Μεχμέτ Κιουστερή, για να διασκεδάσει τη θλίψη του, ζωντάνεψε τις μορφές του Καραγκιόζη και του Χατζηαβάτη στο Θέατρο Σκιών, μαζί με τα αστεία που έλεγαν - όπως τα έλεγαν, προσθέτοντας και μερικά δικά του.
Οι παραστάσεις αυτές άρεσαν τόσο, που καθιερώθηκαν και από τότε το Θέατρο Σκιών ονομάστηκε Καραγκιόζης. Ο Μεχμέτ Κιουστερή θεωρείται πρόδρομος της τέχνης από τους Τούρκους καραγκιοζοπαίχτες και τον μπερντέ του Θεάτρου Σκιών τον ονόμασαν "μεϊντάνι" (πλατεία) του σεΐχη Κιουστερή.
Στην Τουρκία, το Θέατρο Σκιών το είχε πάει ένας Έλληνας, ο Γιάννης Μαυρομάτης, από την Κίνα. Θέλησε το θέατρο να το κάνει επάγγελμα για να ζήσει. Περνώντας από τους ισλαμικούς λαούς έφθασε στην Οδησσό Μετέτρεψε και αυτός το σύστημα παιξίματος κάνοντας τις φιγούρες με ξύλα, όπως σήμερα. Ο φωτισμός ήταν με κεριά ή λυχνάρια γιατί οι δάδες ήταν πολύ δύσκολες στο χειρισμό. Οι φιγούρες του είχαν 20-30 εκ. ύψος.
Κατά μια εκδοχή, ο Καραγκιόζης - που τουρκικά θα πει μαυρομάτης - και ο Χατζηαβάτης ήταν δυο φίλοι που ζούσαν στην Προύσα στα χρόνια του σουλτάνου Ορχάν (1279-1359). Όταν ο σουλτάνος αυτός έχτιζε το μεγάλο τζαμί της Προύσας, οι δύο φίλοι δούλευαν στην οικοδομή σαν χτίστες.
Ήταν όμως πολύ χωρατατζήδες, διαρκώς πειράζονταν και το αποτέλεσμα ήταν να μην εργάζονται ικανοποιητικά ούτε αυτοί, ούτε οι άλλοι γύρω τους. Οι εργασίες για το τζαμί δεν προχωρούσαν και ο σουλτάνος, θεωρώντας υπεύθυνους γι' αυτό τους δυο χωρατατζήδες, πρόσταξε και τους θανάτωσαν. Ωστόσο αργότερα μετάνιωσε και μελαγχόλησε. Τότε ο παλατιανός Πέρσης σεΐχης Μεχμέτ Κιουστερή, για να διασκεδάσει τη θλίψη του, ζωντάνεψε τις μορφές του Καραγκιόζη και του Χατζηαβάτη στο Θέατρο Σκιών, μαζί με τα αστεία που έλεγαν - όπως τα έλεγαν, προσθέτοντας και μερικά δικά του.
Οι παραστάσεις αυτές άρεσαν τόσο, που καθιερώθηκαν και από τότε το Θέατρο Σκιών ονομάστηκε Καραγκιόζης. Ο Μεχμέτ Κιουστερή θεωρείται πρόδρομος της τέχνης από τους Τούρκους καραγκιοζοπαίχτες και τον μπερντέ του Θεάτρου Σκιών τον ονόμασαν "μεϊντάνι" (πλατεία) του σεΐχη Κιουστερή.
Στην Τουρκία, το Θέατρο Σκιών το είχε πάει ένας Έλληνας, ο Γιάννης Μαυρομάτης, από την Κίνα. Θέλησε το θέατρο να το κάνει επάγγελμα για να ζήσει. Περνώντας από τους ισλαμικούς λαούς έφθασε στην Οδησσό Μετέτρεψε και αυτός το σύστημα παιξίματος κάνοντας τις φιγούρες με ξύλα, όπως σήμερα. Ο φωτισμός ήταν με κεριά ή λυχνάρια γιατί οι δάδες ήταν πολύ δύσκολες στο χειρισμό. Οι φιγούρες του είχαν 20-30 εκ. ύψος.
Κατά τα χρόνια πριν από την ελληνική επανάσταση (1821), το Θέατρο Σκιών γνώριζε μεγάλη επιτυχία στην Κωνσταντινούπολη.
Φαίνεται λοιπόν πως τότε, τον καιρό του Αλή πασά, μεταφέρθηκε στην Ήπειρο από Έλληνες καραγκιοζοπαίχτες και κατόπιν στην Αιτωλοακαρνανία, στην Πάτρα, στην Καλαμάτα και σε άλλες πόλεις. Δεν είναι ιστορικά εξακριβωμένο, αλλά υπάρχουν κάποια στοιχεία, βασισμένα σε προσωπικές, κύρια, μαρτυρίες ότι στα χρόνια της σκλαβιάς έπαιζαν κρυφά Καραγκιόζη σε σπηλιές και μοναστήρια, με παραστάσεις για τα βάσανα των χριστιανών από τους Τούρκους και τα κατορθώματα των αρματολών και των κλεφτών. Κατά τις πληροφορίες αυτές, τα κύρια πρόσωπα του Καραγκιόζη ήταν πέντε: Ο Καραγκιόζης, ο Χατζηαβάτης, ο Αρματολός, ο Πασάς και ο Δερβέναγας.
Ο Καραγκιόζης από Θέατρο Σκιών της Κωνσταντινούπολης
Το 1860, μετά την απελευθέρωση, στην Ελλάδα το έφερε ένας μπάρμπα-Γιάννης Μοράζαλης ή Μπρόχαλης. Για τους Αθηναίους ήταν κάτι πρωτότυπο, και πάλι μόνο για άντρες. Οι τύποι του Μαυρομάτη είχαν σχεδιαστεί από τον Μπρόχαλη. Ο Καραγκιόζης πήρε το όνομά του (Καραγκιόζ) από την απόδοση στα τούρκικα του ονόματος του Μαυρομάτη. Οι τύποι των Μαυρομάτη και Μπρόχαλη ήσαν: Χατζηαβάτης, Βελιγκέκας, Μπέης, Χανούμισσα και Πασάς. Άλλαξε ριζικά από τα άλλα θέατρα σκιών. Κατόπιν έφτασε στην Πάτρα.
Εκεί, ο μεγάλος δάσκαλος Σαρδούνης Δημήτριος το πλούτισε με νέες φιγούρες, κείμενα, μουσική και τραγούδι. Με τη συνεργασία του Βυζανιάρη, ο οποίος ήταν σπουδαίος σχεδιαστής, έφτιαξε καταπληκτικές φιγούρες. Ο Σαρδούνης που έμεινε γνωστός ως Μίμαρος, ήξερε βυζαντινή μουσική (ήταν ψάλτης της Μητροπόλεως των Πατρών),και επιπλέον το πλούτισε με τραγούδια και νέους τύπους (το Διονύσιο το Ζακυνθινό).
Πρωτόπαιξε στην Αθήνα με τίτλο "οικογενειακό Θέατρο Σκιών" για να τραβήξει κόσμο, και κέρδισε το κοινό παίζοντας κωμωδίες, δράματα, ηρωικά του '21 κ.λ.π. Έτσι ο Καραγκιόζης έγινε το αγαπητό θέατρο του ελληνικού λαού. Ενθουσίαζε τους θεατές του με τα αστεία του, πολιτικά, κοινωνικά κλπ. Από το 1891 και έπειτα, ο Καραγκιόζης πήρε απόλυτα ελληνικό χαρακτήρα, πλουτίστηκε με νέα έργα, μπήκαν νέες φιγούρες και βρήκε το δρόμο του.
Εκεί, ο μεγάλος δάσκαλος Σαρδούνης Δημήτριος το πλούτισε με νέες φιγούρες, κείμενα, μουσική και τραγούδι. Με τη συνεργασία του Βυζανιάρη, ο οποίος ήταν σπουδαίος σχεδιαστής, έφτιαξε καταπληκτικές φιγούρες. Ο Σαρδούνης που έμεινε γνωστός ως Μίμαρος, ήξερε βυζαντινή μουσική (ήταν ψάλτης της Μητροπόλεως των Πατρών),και επιπλέον το πλούτισε με τραγούδια και νέους τύπους (το Διονύσιο το Ζακυνθινό).
Πρωτόπαιξε στην Αθήνα με τίτλο "οικογενειακό Θέατρο Σκιών" για να τραβήξει κόσμο, και κέρδισε το κοινό παίζοντας κωμωδίες, δράματα, ηρωικά του '21 κ.λ.π. Έτσι ο Καραγκιόζης έγινε το αγαπητό θέατρο του ελληνικού λαού. Ενθουσίαζε τους θεατές του με τα αστεία του, πολιτικά, κοινωνικά κλπ. Από το 1891 και έπειτα, ο Καραγκιόζης πήρε απόλυτα ελληνικό χαρακτήρα, πλουτίστηκε με νέα έργα, μπήκαν νέες φιγούρες και βρήκε το δρόμο του.
Από το 1900 - 1940 έπαιξαν στην Ελλάδα εκατοντάδες Θέατρα Σκιών. Η κάθε συνοικία είχε και το δικό της μόνιμο παίκτη. Μετά το '40 άρχισε η κατάπτωση, λόγω της εξελίξεως των θεάτρων, κινηματογράφων και άλλων μέσων ψυχαγωγίας. Το "πιστεύω" ορισμένων ανθρώπων της τέχνης δεν το άφησε να χαθεί. Έτσι, στις μέρες μας φτερουγίζει και πάλι η τέχνη με τις βαθιές ρίζες.
Είναι αδύνατο να αναφερθούν εδώ όλοι εκείνοι που με τη δουλειά τους συντέλεσαν στην αναγέννηση του ελληνικού Καραγκιόζη. Πρέπει όμως να σημειωθούν μερικοί κορυφαίοι οι: Μίμαρος (Δημ. Σαρδούνης), Ιωαν.
Ρούλιας, Μέμος Χριστοδούλου, Αγαπητός (Βασ. Αλαφούζος), Μπέκος (Παν. Μαθιόπουλος), Μανωλόπουλος (Δημ. Νταλιάνης), Μόλλας (Αντ. Παπούλιας), Χαρίδημος (Χρήστος Χαρίτος), Σωτ. Σπαθάρης και πολλοί άλλοι.
Είναι αδύνατο να αναφερθούν εδώ όλοι εκείνοι που με τη δουλειά τους συντέλεσαν στην αναγέννηση του ελληνικού Καραγκιόζη. Πρέπει όμως να σημειωθούν μερικοί κορυφαίοι οι: Μίμαρος (Δημ. Σαρδούνης), Ιωαν.
Ρούλιας, Μέμος Χριστοδούλου, Αγαπητός (Βασ. Αλαφούζος), Μπέκος (Παν. Μαθιόπουλος), Μανωλόπουλος (Δημ. Νταλιάνης), Μόλλας (Αντ. Παπούλιας), Χαρίδημος (Χρήστος Χαρίτος), Σωτ. Σπαθάρης και πολλοί άλλοι.
ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ
Εκτύπωσε τις παρακάτω φιγούρες. Κόλλησε το κάθε μέρος σε ένα χαρτόνι και με ένα ψαλίδι κόψτες γύρω-γύρω, ένωσέ τες με διπλόκαρφα και βάψτες με διαφορετικά χρώματα.