Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης γεννήθηκε το 1782 σε μια σπηλιά δίπλα στη μονή Αγ. Γεωργίου στο Μαυρομάτι Καρδίτσας. Η μητέρα του καταγόταν από το χωριό Σκουληκαριά Άρτας της οικογενείας Ντιμίσκη και ήταν αδελφή του κλέφτη Κώστα Ντιμίσκη και εξαδέλφη του αρματολού Κώστα Μπακόλα. Αφού πέθανε ο πρώτος της άνδρας, μετακόμισε στο μοναστήρι στο Μαυρομάτι όπου έγινε καντηλανάφτισσα. Εκεί γνωρίστηκε με τον αρματολό Δημήτρη Καραΐσκο όπου έμεινε έγκυος. Χωρίστηκε μικρός από τη μητέρα του αφού δεν μπορούσε να τον θρέψει.
Μεγαλώνοντας σε δύσκολες συνθήκες με πολλές στερήσεις, όταν έγινε 15 χρόνων έφτιαξε δικό του κλέφτικο σώμα με παιδιά της ηλικίας του και άρχισε τις κλεψιές στις γύρω περιοχές αλλά κυρίως στους Τούρκους. Με τα χρόνια καταφέρνει να αποκτήσει εμπειρία σε διάφορα κλέφτικα σώματα.
Συλλαμβάνεται από τον Αλή πασά δεν εκτελείται όμως γιατί ο Αλής εκτίμησε την ευστροφία και εξυπνάδα του. Μένει για λίγο στη φυλακή και μετά ο Αλής τον τοποθετεί στην προσωπική του φρουρά. Εκεί εκπαιδεύτηκε στα όπλα και στον πόλεμο.
Σύντομα όμως εγκαταλείπει τον Αλή και το 1802 σε ηλικία 23 ετών κατατάσσεται στο σώμα του Κατσαντώνη. Περνούν τα χρόνια, παντρεύεται και κάνει οικογένεια. Αφού δεν καταφέρνει να γίνει καπετάνιος στο Βιλαέτι των Αγράφων αφήνει αυτή την ιδέα και αφιερώνει την ζωή του στην αντίσταση ενάντια στους Τούρκους και στην Επανάσταση. Έτσι το 1821 λαμβάνει μέρος σε συμπλοκή με το Τούρκικο τμήμα του Ισμαηλ-Πάσα-Πλιάσα στην οποία και πληγώθηκε. Το 1822 πολέμησε στον Αγ. Βλάση νίκησε με απώλειες των Τούρκων 800 ανδρών. Από τις κακουχίες προσβλήθηκε από φυματίωση όπου και ταλαιπωρήθηκε στον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του.
Το ήθος και ο χαρακτήρας του αποδεικνύονται από 2 επεισόδια που είχε με τον πόλεμο με τους Τούρκους. Στο πρώτο που κατάφερε να εντυπωσιάσει τον Κιουταχή στην Γαλλική ναυαρχίδα τον Αύγουστο του 1826 μετά την μάχη του Χαϊδαρίου και με παρουσία του Ναύαρχου Δεριγνί, στην οποία αντιμετώπισε με υψηλό φρόνημα πολιτικού και με διπλωματικό τρόπο τις προτάσεις του Τούρκου αρχιστράτηγου ο οποίος τον θαύμασε για το θάρρος του και το δεύτερο επεισόδιο που έγινε τον Φεβρουάριο του 1827 όταν διέλευσε τον στρατό του, μέσα από το τούρκικο στρατόπεδο τη νύχτα χωρίς απώλειες και πήγε και ενίσχυσε το Δίστομο που πολιορκούνταν. Μετά από αυτό οι Τούρκοι έλυσαν την πολιορκία και έφυγαν πανικόβλητοι αφήνοντας όλες τους τις αποσκευές τους.
Στις 22/04/1827 ο Γεώργιος Καραϊσκάκης σκοτώνεται στη μάχη του Φαλήρου. Σύμφωνα με τους αυτόπτες μάρτυρες την ώρα του θανάσιμου τραυματισμού του βρισκόταν πάνω στο άλογο του και έδινε κουράγιο στους πολεμιστές του. Οι φήμες μιλούσαν πως πιθανόν να πυροβολήθηκε από Έλληνα στρατιώτη και όχι από Τούρκο.
Σύμφωνα πάντως με την ιατροδικαστική εξέταση το βόλι φαίνεται να προήλθε από την κατεύθυνση των Τούρκων, με τραύμα εξόδου κάθετο γιατί εκεί που πυροβολήθηκε ήταν ανηφορικά και ο Τούρκος σε ψηλότερο σημείο από αυτόν.